- εὔσπλαγχνοι
- εὔσπλαγχνοςwith healthy bowelsmasc/fem nom/voc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
благосьрдыи — (5*) пр. Добросердечный, милосердный: и ѥдини ѡ(т) нихъ ѡбрѣтошасѩ бл҃госьрди. и хотѩще не прѣстоупати повелени˫а г҃на своѥго. дроузии же ѡ(т) нихъ непослоушливи суще. и жестоци ПрЛ XIII, 71г; Всеволодъ бл҃госердъ сы. не хотѩ крове проль˫ати ЛЛ… … Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)
φιλάδελφος — Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Μαρτύρησε στους Λεοντίνους της Σικελίας στα χρόνια του Δεκίου (249 251) μαζί με τους Αλφειό και Κυπρίνο. Η μνήμη του τιμάται στις 10 Μαΐου. 2. Μαρτύρησε σε άγνωστο τόπο και χρόνο, μαζί με τους Διομήδη … Dictionary of Greek